Υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων φυσικών προσώπων που υποβάλλονται εκπρόθεσμα, όχι λόγω υπαιτιότητας
του δικαιούχου των εισοδημάτων, αλλά εξαιτίας εκπρόθεσμης αποστολής αρχικού ή
τροποποιητικού ηλεκτρονικού αρχείου στην Α.Α.Δ.Ε., μηνιαίου ή ετήσιου, από τον
εργοδότη/αρμόδιο φορέα που έχει την υποχρέωση, όπως και σε κάθε περίπτωση
εκπρόθεσμης έκδοσης, διόρθωσης και χορήγησης βεβαίωσης από υπόχρεο φορέα.
Ι. Στην εγκύκλιο ΠΟΛ.1083/10.5.2018 «Τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται λόγω επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών από μισθωτή εργασία και συντάξεις», αναφέρονται:
«Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παρ.6 του άρθρου 67 του ν.4172/2013
ορίζεται ότι ειδικά η καταβολή του φόρου που προσδιορίζεται από
δηλώσεις με καταληκτική ημερομηνία υποβολής την 31η Δεκεμβρίου εκάστου
φορολογικού έτους, γίνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου
μήνα του επόμενου έτους, ενώ για τις δηλώσεις αυτής της περίπτωσης που
υποβάλλονται στη Δ.Ο.Υ. εμπρόθεσμα και η πράξη διοικητικού προσδιορισμού
φόρου εκδίδεται μετά την 31η Δεκεμβρίου, η καταβολή γίνεται μέχρι την
τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση της πράξης
διοικητικού προσδιορισμού φόρου.
2. Με την παρ.3 του άρθρου 3 της ΠΟΛ.1034/2017
Απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ για τον τύπο και περιεχόμενο των
δηλώσεων φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων φορολογικού έτους 2016,
μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι για τις τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας
εισοδήματος που υποβάλλονται από μισθωτούς ή συνταξιούχους με αναδρομικά
μισθών ή συντάξεων προηγουμένων ετών, αυτές θα παραλαμβάνονται χωρίς
κυρώσεις μέχρι το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο εκδόθηκαν κατά
περίπτωση, οι βεβαιώσεις αποδοχών ή συντάξεων.
3. Επίσης, με την ΠΟΛ.1172/2017
εγκύκλιο διευκρινίστηκε ότι για τις τροποποιητικές δηλώσεις φόρου
εισοδήματος που υποβάλλονται από 1-1-2014 και μετά, ανεξάρτητα εάν
αφορούν χρήσεις πριν ή μετά την έναρξη ισχύος του ΚΦΔ, ισχύουν τα
αναφερόμενα στην παράγραφο 3 της ΠΟΛ.1174/14.7.2014
εγκυκλίου μας ως προς την προθεσμία υποβολής αυτών, ήτοι πέντε έτη από
τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής (αρχικής)
δήλωσης.
4. Όπως διευκρινίσθηκε με την ΠΟΛ.1167/1990 διαταγή, με
την οποία κοινοποιήθηκε η αρ.790/1989 γνωμοδότηση της Συνέλευσης των
Προϊσταμένων των Νομικών Διευθύνσεων που έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό
Οικονομικών, η γένεση της αξίωσης του ενδιαφερομένου, για την επιστροφή
του φόρου εισοδήματος που είχε καταβληθεί από αυτόν, γιατί αναλογούσε
στο ποσό των αποδοχών που υποχρεώνεται διά καταλογισμού να επιστρέψει
στο Δημόσιο, εξαρτάται από την ολοσχερή επιστροφή (από αυτόν) του
εισοδήματος που αντιστοιχεί σε κάθε έτος χωριστά. Πριν από αυτή την
επιστροφή, που πρέπει να αποδεικνύεται πλήρως, δεν μπορεί να υποβληθεί
τροποποιητική δήλωση, για το αντίστοιχο έτος, ώστε να εκπεστεί το
καταλογισθέν εισόδημα και να γίνει ανάλογη έκπτωση του μη οφειλομένου
φόρου εισοδήματος.
5. Κατόπιν των ανωτέρω και δεδομένου ότι ούτε στον νόμο ούτε στην ΠΟΛ.1034/2017
Απόφαση Διοικητή της ΑΑΔΕ ορίζεται προθεσμία υποβολής για τις
τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται από τον φορολογούμενο, είτε
επειδή επέστρεψε στον εργοδότη αποδοχές ως αχρεωστήτως καταβληθείσες,
είτε επειδή ο εργοδότης, λόγω λάθους (π.χ. υπολογισμών, κατηγοριοποίησης
εισοδήματος), εξέδωσε διορθωτική βεβαίωση ή τροποποίησε το αντίστοιχο
αρχείο βεβαιώσεων αποδοχών που υποβάλλεται με τη χρήση ηλεκτρονικής
μεθόδου επικοινωνίας και αποστέλλεται με τη μορφή ηλεκτρονικού αρχείου
μέσω διαδικτύου (TAXISnet), ανεξάρτητα από τη χρήση που αφορούν, για τις
ως άνω δηλώσεις που υποβάλλονται χειρόγραφα στην Δ.Ο.Υ., με την παρούσα
γίνονται δεκτά τα ακόλουθα:
α) Στην περίπτωση της επιστροφής
αχρεωστήτως καταβληθεισών αποδοχών ή συντάξεων, δεν δύναται προ της
ολοσχερούς εξόφλησης αυτών να εκδοθούν και να χορηγηθούν βεβαιώσεις
αποδοχών ή συντάξεων προκειμένου για την υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων
φορολογίας εισοδήματος προηγούμενων ετών.
β) Οι ως άνω
τροποποιητικές δηλώσεις όπως και αυτές που υποβάλλονται εξαιτίας λάθους
του εργοδότη ή του ταμείου κοινωνικής ασφάλισης και όχι λόγω
υπαιτιότητας του δικαιούχου των αποδοχών ή συντάξεων, θεωρούνται
εμπρόθεσμες και υποβάλλονται χωρίς κυρώσεις εντός του φορολογικού έτους
που εκδόθηκαν από τον εκκαθαριστή οι διορθωτικές βεβαιώσεις αποδοχών –
συντάξεων. Κατά την εκκαθάριση λαμβάνονται υπόψη προς συμψηφισμό
παρακρατούμενοι και προκαταβληθέντες φόροι, καθόσον στην προκειμένη
περίπτωση η προθεσμία παραγραφής για τον συμψηφισμό αυτών άρχεται από το
τέλος του έτους χορήγησης της διορθωτικής βεβαίωσης αποδοχών και όχι
από το τέλος του έτους εντός του οποίου έληξε η προθεσμία υποβολής της
αρχικής δήλωσης, δεδομένου ότι πριν από την έκδοση της διορθωτικής
βεβαίωσης δεν ήταν δυνατή η υποβολή της τροποποιητικής δήλωσης.
γ)
Για την καταβολή του φόρου που προκύπτει από τυχόν χρεωστικές
τροποποιητικές δηλώσεις φορολογικών ετών 2014 και επόμενων εφαρμόζονται
τα οριζόμενα στην παρ.6 του άρθρου 67 του ν.4172/2013,
ενώ για χρεωστικές τροποποιητικές δηλώσεις οικονομικών ετών 2014 (χρήση
2013) και προηγούμενων ισχύουν οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 9 του ν.2238/1994.»
ΙΙ. Στην παρ. 6α του άρθ. 4 «Εκκαθάριση δήλωσης και καταβολή φόρου» της απόφασης Α.1042/30.3.2023 «Τύπος
και περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων
φορολογικού έτους 2022, των λοιπών εντύπων και των δικαιολογητικών
εγγράφων που συνυποβάλλονται με αυτή. Τύπος και περιεχόμενο της πράξης
διοικητικού/διορθωτικού προσδιορισμού φόρου φορολογικών ετών 2022 και
εφεξής» ορίζονται:
«6. α. Οι τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται εκπρόθεσμα, όχι λόγω
υπαιτιότητας του δικαιούχου των εισοδημάτων, αλλά εξαιτίας εκπρόθεσμης
αποστολής αρχικού ή τροποποιητικού ηλεκτρονικού αρχείου στην ΑΑΔΕ,
μηνιαίου ή ετήσιου, από τον εργοδότη/ αρμόδιο φορέα που έχει την
υποχρέωση, όπως και σε κάθε περίπτωση εκπρόθεσμης έκδοσης, διόρθωσης και
χορήγησης βεβαίωσης από υπόχρεο φορέα, όταν αυτή είναι απαραίτητη για
την συμπλήρωση και την υποβολή δήλωσης, θεωρούνται εμπρόθεσμες εφόσον
υποβάλλονται εντός του φορολογικού έτους που εκδόθηκαν οι βεβαιώσεις από
τον φορέα. Προκειμένου να μην επιβληθούν πρόστιμα και να μην
υπολογιστούν τόκοι, οι τροποποιητικές δηλώσεις αυτές υποβάλλονται στην
Δ.Ο.Υ κατά τα αναφερόμενα στην παρ. 1γ του άρθρου 1 της παρούσας.
Πρόστιμα δεν επιβάλλονται και τόκοι δεν υπολογίζονται και στις
περιπτώσεις που οι βεβαιώσεις αυτές χορηγούνται εκπρόθεσμα από φορέα
αλλοδαπής.
β. Όταν αποστέλλεται εκπρόθεσμα στην ΑΑΔΕ μηνιαίο ή ετήσιο αρχείο, σύμφωνα με τις Α.1099/2019 (Β’ 949), Α.1100/2019 (Β’951), Α.1101/2019 (Β’ 948), Α.1204/2020 (Β 3972) αποφάσεις Διοικητή ΑΑΔΕ ή την Α.1006/2023)
απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ ή διορθώνεται αρχείο από οποιονδήποτε
εργοδότη/φορέα, τότε ο εργοδότης/φορέας ενημερώνει υποχρεωτικά τον
φορολογούμενο ότι έχει αποσταλεί ηλεκτρονικά τροποποιημένο αρχείο και
του χορηγεί έντυπη βεβαίωση προκειμένου ο φορολογούμενος να λάβει γνώση
ότι έχει υποχρέωση να υποβάλει δήλωση, καθόσον σύμφωνα με τις διατάξεις
του άρθρου 1 της υπό στοιχεία απόφασης Α.1006/2023,
όσοι παρακρατούν φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 59, 61, 62
και 64 του ΚΦΕ, πλην των συμβολαιογράφων κατά την υπογραφή του
συμβολαίου μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας, έχουν υποχρέωση να χορηγούν
σε φυσικά και νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες στα οποία έγινε
παρακράτηση, μοναδική βεβαίωση στην οποία αναγράφουν το σύνολο των
αποδοχών από μισθωτή εργασία και συντάξεις, αμοιβών από επιχειρηματική
δραστηριότητα και εισοδημάτων από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα που
κατέβαλαν στο φορολογικό έτος και τον φόρο που παρακρατήθηκε. Ίδια
υποχρέωση υπάρχει και στις περιπτώσεις εισοδημάτων για τα οποία δεν
προκύπτει φόρος για παρακράτηση, με την επιφύλαξη των οριζομένων στο
άρθρο 6 της υπό στοιχεία Α.1006/2023
απόφασης καθώς και για τα ποσά που ειδικότερα ορίζονται στο άρθρο αυτό,
τα οποία δεν αποτελούν πληρωμές υποκείμενες σε παρακράτηση.
γ. Σε
περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης αρχικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος
φυσικού προσώπου, από την οποία το ποσό φόρου που προκύπτει προς
καταβολή είναι έως εκατό (100) ευρώ ή εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης
φορολογίας εισοδήματος φυσικού προσώπου, από την οποία το επιπλέον ποσό
φόρου που προκύπτει προς καταβολή, σε σχέση με την αρχική δήλωση, είναι
έως εκατό (100) ευρώ, δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα του άρθρου 54 του ΚΦΔ (σχετ. Ε.2053/2022 εγκύκλιος).».